γεώτρηση

γεώτρηση
Μέθοδος διάτρησης του εδάφους, μερικές φορές σε σημαντικό βάθος, που πραγματοποιείται με τη διάνοιξη οπών σχετικά μικρής διαμέτρου (μέγιστο 60 εκ.). Ο κύριος σκοπός της γ. είναι η έρευνα του υπεδάφους είτε για την εξακρίβωση της γεωλογικής σύστασής του είτε για τη μελέτη της θεμελίωσης μεγάλων τεχνικών έργων (π.χ. προκυμαίες, αναχώματα, σήραγγες, οδογέφυρες, σιδηροδρομικές γραμμές μεγάλης κυκλοφορίας). Άλλος σκοπός της γ. είναι η απευθείας συλλογή υγρών ορυκτών που περιέχονται ανάμεσα σε στεγανά στρώματα πετρωμάτων, η εξαγωγή πετρελαίου, μεθανίου κλπ. Η γ. χρησιμεύει επίσης για τη διάνοιξη οδών αερισμού των στοών, αντί για φρέατα ή υπονόμους, όπως και για τη δημιουργία αγωγών εκροής υδάτων που αναβλύζουν, ιδιαίτερα στα ορυχεία. Η γ. μπορεί επίσης να αποβεί αποδοτικό μέσο διάσωσης ανθρώπων που έχουν αποκλειστεί σε στοές ορυχείων: από την οπή που ανοίγεται είναι δυνατόν να διοχετευθεί στους παγιδευμένους αέρας, νερό, τρόφιμα, φάρμακα πρώτης ανάγκης, ώσπου να ανασυρθούν στην επιφάνεια. Η γ. εκτελείται με κατάλληλα μηχανήματα που ονομάζονται γεωτρύπανα, τα οποία είναι διαφόρων τύπων, ανάλογα με το βάθος στο οποίο φτάνουν και με τον τρόπο της διάτρησης. Κάθε γεωτρύπανο αποτελείται από τρία βασικά μέρη: το κοπτικό εργαλείο (όργανο που εκτελεί την εκσκαφή του βράχου), την κεφαλή (που δέχεται την κίνηση) και το σύστημα σύνθεσης των χαλύβδινων ράβδων, που λέγονται στελέχη γ.· η ανώτερη από αυτές ονομάζεται τετραγωνικό στέλεχος. Οι χαλύβδινες αυτές ράβδοι βιδώνονται μεταξύ τους, καθώς το μηχάνημα εισχωρεί σιγά-σιγά στο έδαφος. Το γεωτρύπανο μπορεί να είναι χειροκίνητο, για μέγιστο βάθος 100 μ., ή μηχανοκίνητο, οπότε μπορεί να φτάσει σε βάθος 6-8 χλμ. Ο χειρισμός των οργάνων του χειροκίνητου γεωτρύπανου γίνεται με ένα ξύλινο ή μεταλλικό ικρίωμα που έχει τροχαλία παρέκκλισης και βαρούλκο. Στη μηχανική γ. είναι αναγκαία η εγκατάσταση ενός πύργου γ., μερικές φορές ψηλότερου από 30 μ., στη βάση του οποίου υπάρχει ένας ισχυρός ηλεκτροκινητήρας ή κινητήρας Ντίζελ, που παράγει την αναγκαία ενέργεια για να εκτελεστούν οι διάφοροι απαραίτητοι χειρισμοί του συστήματος. Τόσο οι χειροκίνητες γ. όσο και οι μηχανικές μπορούν να πραγματοποιηθούν με το σύστημα κρουστικού γεωτρύπανου, που χρησιμοποιεί κοπτικό εργαλείο σε σχήμα σφήνας· για πιο σκληρούς βράχους χρησιμοποιείται το σύστημα περιστροφικού γεωτρύπανου, το κοπτικό εργαλείο του οποίου έχει στην άκρη ελικοειδείς οδοντώσεις· για μεγάλα βάθη και για στρώματα συμπαγούς βράχου χρησιμοποιείται το περιστροφικό γεωτρύπανο με στεφάνη, κατάλληλο για την εκσκαφή οποιουδήποτε βράχου. Στις περισσότερες περιπτώσεις, κατά τη διάρκεια της γ. το φρεάτιο επενδύεται με σωλήνες βιδωμένους μεταξύ τους και συνδεμένους με στυπιοθλίπτες, που συνδέονται και εισάγονται στο φρεάτιο καθώς η διάτρηση προχωρεί με αργό ρυθμό σε βάθος. Στις έρευνες για πετρέλαιο χρησιμοποιούνται γεωτρύπανα που μπορούν να εισχωρούν σε χιλιάδες μέτρα βάθος ακόμα και στα πιο δύσκολα εδάφη (φωτ. Enterprise oil). Σύστημα γεώτρησης Ρόταρι: 1) σύστημα βαρούλκου-γερανού· 2) περιστρεφόμενος δακτύλιος· 3) κοίλο στέλεχος· 4) περιστρεφόμενη τράπεζα· 5) μετάδοση κίνησης από τον κινητήρα στην περιστρεφόμενη τράπεζα· 6) κινητήρας· 7) όργανα χειρισμού· 8) έξοδος ιλύος διάτρησης: τα κόκκινα βέλη δείχνουν τη διαδρομή της· 9) δονούμενο κόσκινο για την ιλύ· 10) δεξαμενή αναρρόφησης· 11) αντλία· 12) διατάξεις προστασίας κατά βίαιης εξόδου· 13) έξοδος ιλύος που χρησιμοποιείται όταν είναι κλειστή η ανώτερη διάταξη ασφάλειας· 14) προστατευτικός σωλήνας· 15) τσιμέντο· 16) στέλεχος διάτρησης· 17) περιστρεφόμενο κοπτικό εργαλείο. Σύστημα γεώτρησης Ρόταρι: 1) σύστημα βαρούλκου-γερανού· 2) περιστρεφόμενος δακτύλιος· 3) κοίλο στέλεχος· 4) περιστρεφόμενη τράπεζα· 5) μετάδοση κίνησης από τον κινητήρα στην περιστρεφόμενη τράπεζα· 6) κινητήρας· 7) όργανα χειρισμού· 8) έξοδος ιλύος διάτρησης: τα κόκκινα βέλη δείχνουν τη διαδρομή της· 9) δονούμενο κόσκινο για την ιλύ· 10) δεξαμενή αναρρόφησης· 11) αντλία· 12) διατάξεις προστασίας κατά βίαιης εξόδου· 13) έξοδος ιλύος που χρησιμοποιείται όταν είναι κλειστή η ανώτερη διάταξη ασφάλειας· 14) προστατευτικός σωλήνας· 15) τσιμέντο· 16) στέλεχος διάτρησης· 17) περιστρεφόμενο κοπτικό εργαλείο.
* * *
η
η διάνοιξη με γεωτρύπανο βαθειάς κατακόρυφης οπής στο έδαφος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < γεω - (< γη) + τρήση. Η λ. γεώτρησις μαρτυρείται από το 1890 στην εφημερίδα Προμηθεύς].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • γεώτρηση — η η διάνοιξη οπής μεγάλου μεγέθους στο έδαφος με γεωτρύπανο: Έκαναν πολλές γεωτρήσεις στην περιοχή μέχρι να βρουν νερό …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • πετρέλαιο — Μείγμα πολυάριθμων υδρογονανθράκων, όλων σχεδόν των χημικών σειρών, που περιέχει και μικρές ποσότητες οξυγονούχων, αζωτούχων και θειούχων προϊόντων. Πετρέλαια θεωρούνται και τα ορυκτέλαια που εξάγονται από μεταλλευτικά κοιτάσματα, εκείνα που… …   Dictionary of Greek

  • γη — Γ. ονομάζεται γενικά το έδαφος πάνω στο οποίο κατοικούμε (ετυμολογείται από το αρχαίο γαία). Με ευρύτερη έννοια, ορίζεται επίσης η οικουμένη, ο επίγειος κόσμος, η επιφάνεια του εδάφους. Γ., όμως, ονομάζεται κυρίως ο τρίτος πλανήτης του ηλιακού… …   Dictionary of Greek

  • καβάλα — Πόλη (υψόμ. 53 μ., 58.663 κάτ.) και λιμάνι της Μακεδονίας, πρωτεύουσα του νομού Κ. και έδρα του ομώνυμου δήμου. Η Κ. είναι χτισμένη αμφιθεατρικά –ο αρχικός πυρήνας της πόλης είναι χτισμένος σε δύο λόφους, που τους ενώνει το παλιό μνημειώδες… …   Dictionary of Greek

  • καρότο — Κοινή ονομασία των καλλιεργημένων ποικιλιών που προήλθαν από την αυτοφυή πόα δαύκος το καρότο. Πρόκειται για διετές φυτό, το οποίο κατά τον πρώτο χρόνο παράγει έναν θαμνώδη ρόδακα, ενώ τον δεύτερο χρόνο ανθίζει και αποκτά τον χαρακτηριστικό… …   Dictionary of Greek

  • πυρήνας — Δομικό συστατικό, που σε κάθε κύτταρο, ζωικό ή φυτικό, διαδραματίζει βασικό ρόλο στη σύνθεση των ειδικών πρωτεϊνών και στις διεργασίες αναπαραγωγής. Συνήθως πρόκειται για ένα σφαιρικό στοιχείο που, οροθετούμενο από μια δική του μεμβράνη,… …   Dictionary of Greek

  • υποδεικνύω — ὑποδεικνύω ΝΜΑ, και υποδείχνω Ν, και ὑποδείκνυμι ΜΑ [δείκνυμι / δεικνύω / δείχνω] δείχνω έμμεσα, διδάσκω με υποδείξεις ή υπαινιγμούς (α. «ποιος τού υπέδειξε να ακολουθήσει αυτή την τακτική;» β. «τίς ὑπέδειξεν ἡμῑν φυγεῑν ἀπὸ τῆς μελλούσης ὀργῆς» …   Dictionary of Greek

  • φρέαρ — ατος, το, ΝΜΑ, και φρεῑαρ, είατος, και συνηρ. τ. φρῆρ, ητός, Α βαθύ τεχνητό όρυγμα κυλινδρικού σχήματος για την άντληση νερού, πηγάδι («οὔτε ἄντλημα ἔχεις καὶ τὸ φρέαρ ἐστὶ βαθύ», ΚΔ) νεοελλ. 1. κάθε τεχνητό όρυγμα που φτάνει σε κοίτασμα μετάλλου …   Dictionary of Greek

  • Ινδία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ινδίας Έκταση: 3.287.590 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.029.991.145 (2001) Πρωτεύουσα: Νέο Δελχί (12.791.458 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ασίας. Συνορεύει Α με το Μπαγκλαντές και τη Μυανμάρ (Βιρμανία), Β με την Κίνα και… …   Dictionary of Greek

  • Καβάλας, νομός — Νομός (2.111 τ. χλμ., 145.054 κάτ.) της περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης. Στα Δ συνορεύει με τον νομό Σερρών, στα Β με τον νομό Δράμας, στα Α με τον νομό Ξάνθης, ενώ προς τα Ν βρέχεται από το Αιγαίο πέλαγος (Θρακικό πέλαγος). Ο ν.Κ.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”